Είναι γενικά ευρέως αποδεκτό, ότι δεν είναι εύκολο να διακρίνει κανείς την προέλευση των μαστόρων (Λαγκαδινοί, Ηπειρώτες, Μακεδόνες κτλ) στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Η απουσία «υπογραφής» των μαστόρων στη μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων, σε συνδυασμό με την αλληλεπίδραση που υπήρχε μεταξύ των διαφόρων σχολών είναι η βασική αιτία της δυσκολίας που αντιμετωπίζει ο συστηματικός ερευνητής στην προσπάθειά του να κατατάξει ένα κτήριο ή κτίσμα με βάση την προέλευση των χτιστών. Οι δυσκολίες αυτές μεγεθύνονται στην περίπτωση του λαϊκού σπιτιού, όπου οι απαιτήσεις είναι περιορισμένες εξαιτίας, όχι μόνο των βιοτικών δυσκολιών που αντιμετώπιζαν οι πληθυσμοί στους οποίους αναφερόμαστε, αλλά και την αντίληψη που είχε ο απλός άνθρωπος της συγκεκριμένης εποχής για τη λειτουργία της κατοικίας του. Παρόλα αυτά, η συστηματική ενασχόληση με τη μελέτη του έργου των Λαγκαδινών μαστόρων μας επιτρέπει να μιλήσουμε για κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της λαγκαδινής τέχνης της πέτρας.
Οι Λαγκαδινοί έχοντας χτίσει μεγάλο αριθμό εκκλησιών αποδείχτηκαν σπουδαίοι ναοδόμοι. Με βάση τα διαθέσιμα τεκμήρια φαίνεται, ότι συνέβαλαν στην ανάπτυξη του νέο-οκταγωνικού τύπου εκκλησίας με κύριο χαρακτηριστικό τον ευμεγέθη τρούλο που στηρίζεται σε οκτώ σημεία τα οποία περιλαμβάνουν ακόμα και τους εξωτερικούς τοίχους της εκκλησίας.
Παρότι δεν είναι σπάνια τα διώροφα, τριώροφα ή ακόμα και τετραώροφα σπίτια, ιδιαίτερα στα Λαγκάδια, ο βασικός τύπος του λαγκαδινού σπιτιού είναι το ανωγοκάτωγο μακρυνάρι με τις διαστάσεις της κάτοψης να είναι περίπου 12 Χ 6 μέτρα.